ὅτε

ὅτε
ὅτε
1 when, at the time when
a c. impf. ind.

ὅτε λάχναι νιν μέλαν γένειον ἔρεφον, ἑτοῖμον ἀνεφρόντισεν γάμον O. 1.67

φαντὶ δ' οὔπω, ὅτε χθόνα δατέοντο Ζεύς τε καὶ ἀθάνατοι, φανερὰν ἐν πελάγει Ῥόδον ἔμμεν O. 7.55

ἕσσατο ἄνακτι βωμὸν ὅτε Λαομέδοντι πεπρωμένοἰ ἤρχετο μόροιο κάρυξ fr. 140a. 66 (40).
b c. aor. ind.

νόον ὑπὸ γλυκυτάταις ἔθηκε φροντίσιν, ὅτε παρ' Ἀλφεῷ σύτο O. 1.20

ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ μόνος, ὅτ' πρύμναις Τήλεφος ἔμβαλεν O. 9.72

ἦλθον τιμάορος Ἰσθμίαισι Λαμπρομάχου μίτραις, ὅτ' ἀμφό-

τεροι κράτησαν O. 9.84

οὐχ ὑπέμεινεν ὄλβον, μαινομέναις φρασὶν Ἥρας ὅτ' ἐράσσατο P. 2.27

ἀλλ' ὅτ Αἰήτας ἄροτρον σκίμψατο P. 4.224

ἢ ὅτε καρτερᾶς Ἄδραστον ἐξ ἀλαλᾶς ἄμπεμψας I. 7.10

ταῦτα καὶ μακάρων ἐμέμναντ' ἀγοραί, Ζεὺς ὅτ ἀμφὶ Θέτιος ἀγλαός τ ἔρισαν Ποσειδὰν γάμῳ I. 8.27

c

ἔστιν ὅτε. ἔστιν ἀνθρώποις ἀνέμων ὅτε πλείστα χρῆσις O. 11.1

ἦν ὅτε σύας Βοιώτιον ἔθνος ἔνεπον fr. 83. ἔσθ' ὅτε πιστόταται σιγᾶς ὁδοί fr. 180. 2.
d fragg. ]ὅτ' ἦσαν[ fr. 111a. 3. ]οιδ' ὅτ ἐστρα[τευ fr. 111a. 6.
2 ὡς ὅτε, in comparisons, like
a without verb.

χρυσέας ὑποστάσαντες εὐτειχεῖ προθύρῳ θαλάμου κίονας ὡς ὅτε θαητὸν μέγαρον πάξομεν O. 6.2

ἤ μέ τις ἄνεμος ἔξω πλόου ἔβαλεν ὡς ὅτ' ἄκατον ἐνναλίαν; P. 11.40

ἀνδροδάμαντ' Ἐριφύλαν, ὅρκιον ὡς ὅτε πιστόν, δόντες N. 9.16

θάλλοντος ἀνδρῶν ὡς ὅτε συμποσίου δεύτερον κρατῆρα Μοισαίων μελέων κίρναμεν I. 6.1

b dub., followed by verb. αὔξεται δ' ἀρετά, χλωραῖς ἐέρσαις ὡς ὅτε δένδρεον ᾄσσει (Boeckh: ἀίσσει codd.: locus suspicionem multis metri, sensus causa movit, unde Fel. Vogt lacunam pro ᾄσσει statuit) N. 8.40

Lexicon to Pindar. . 2010.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ὁτέ — ὅτε when indeclform (conj) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ότε — (I) (ΑΜ ὅτε Α δωρ. τ. ὅκα και ὅκκα, αιολ. τ. ὄτα) (χρον. σύνδ.) όταν, κατά τον χρόνο που, τότε που αρχ. Ι. 1. (μερικές φορές μεταβαίνει σε αιτιολογική σημασία) επειδή, διότι («ὅτε δὴ τοῡτο οὕτως ἔχει», Πλάτ.) 2. σπαν. τίθεται και αντί τού ώστε… …   Dictionary of Greek

  • οτέ — (Α ὁτέ) (αορστλ. χρον. επίρρ.) φρ. «ὁτὲ μέν..., ὁτέ δέ» άλλοτε μεν..., άλλοτε δε αρχ. φρ. «ὁτὲ μέν..., πάλιν δέ», «ὁτὲ μέν..., ὁτὲ δ αὖτε», «ὁτὲ μέν τε..., ὅτ αὖ», «ὁτὲ μέν..., ποτέ δε», «ἄλλοτε μέν..., ὁτὲ δέ», «ἐνίοτε μέν..., ὁτὲ δέ» άλλοτε μεν …   Dictionary of Greek

  • ὅτε — ὅστε who neut nom/voc/acc sg (attic) ὅτε when indeclform (conj) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ὅτε μὲν ἠύλουν, οὐκ ὠρχεῖσθε. — См. Плясать по чужой дудке …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • Μουσείο Τηλεπικοινωνιών ΟΤΕ — Το μουσείο στεγάζει από το 1990 σε ιδιόκτητο κτίριο (Πρωτέως 25, Νέα Κηφισιά) τηλεπικοινωνιακό υλικό μεγάλης μουσειακής αξίας. Σκοπός του μουσείου είναι η παρουσίαση της εξέλιξης της τηλεπικοινωνιακής τεχνολογίας, από τις οπτικές επικοινωνίες της …   Dictionary of Greek

  • εσθ’ ότε — ἐσθ’ ὅτε (Α) (επίρρ. φρ. αντί τού ἔστιν ὅτε) κάποτε …   Dictionary of Greek

  • χὤτ' — ὅτε , ὅστε who neut nom/voc/acc sg (attic) ὅτι , ὅστις that neut nom/acc sg ὅτε , ὅτε when indeclform (conj) ὅτι , ὅτι 1 for what indeclform (adverb) ὅτι , ὅτι 2 for what indeclform (conj) ὥτε , ὥστε as being doric (indeclform conj) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χὤτε — ὅτε , ὅστε who neut nom/voc/acc sg (attic) ὅτε , ὅτε when indeclform (conj) ὥτε , ὥστε as being doric (indeclform conj) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὅ τε — ὅτε , ὅστε who neut nom/voc/acc sg (attic) ὅτε , ὅτε when indeclform (conj) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὅτ' — ὅτε , ὅστε who neut nom/voc/acc sg (attic) ὅτι , ὅστις that neut nom/acc sg ὅτε , ὅτε when indeclform (conj) ὅτι , ὅτι 1 for what indeclform (adverb) ὅτι , ὅτι 2 for what indeclform (conj) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”